|
Panégyrique de la célébration du 28 octobre
par
Madame Niki
Papaïliaki.
Niki PAPAILIAKI
Η Ιστορικότητα των
εορτασμών της 28ης Οκτωβρίου
Η καθιερωμένη εθνική εορτή της 28ης
Οκτωβρίου του 1940 τα τελευταία 80 χρόνια, έχει παραγάγει ένα άφθονο
υλικό πανηγυρικών λόγων, που εκφωνούνται κάθε χρόνο σε όλους τους επίσημους
φορείς. Οι ομιλίες αυτές αποτελούν αντικείμενο μελέτης, στο βαθμό που
αντανακλούν τη σχέση του φορέα με την ιστορική έρευνα, κυρίως όμως
καθορίζονται από την εκάστοτε εσωτερική ή διεθνή πολιτική συγκυρία.
Ας μην ξεχνάμε ότι η 28η Οκτωβρίου γιορτάστηκε για πρώτη φορά τον επόμενο
κιόλας χρόνο μετά τον πόλεμο της Αλβανίας, το 1941, στο Πανεπιστήμιο
Αθηνών. Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος –καθηγητής της Νομικής Αθηνών, την παραμονή
της 28ης Οκτωβρίου 1941, μετά την ομιλία του, ανακοίνωσε στους φοιτητές
του λακωνικά :«Αύριο κωλύομαι να διδάξω». Την επόμενη απολύθηκε. Το
1942 και το 1943, ο εορτασμός, με πρωτοπόρους τους ανάπηρους πολεμιστές
της Αλβανίας, γίνεται αφορμή για αιματηρές συγκρούσεις με Γερμανούς
και Ιταλούς. Οι επετειακές διαδηλώσεις δηλαδή σημαδεύουν όλη την περίοδο
της κατοχής και εξελίσσονται σε σημαντικές στιγμές έκφρασης της αντίστασης
κατά του κατακτητή. Ο πρώτος επίσημος εορτασμός γίνεται στις 28
Οκτωβρίου 1944, λίγες μόνον μέρες μετά την απελευθέρωση της Αθήνας
στις 12 Οκτωβρίου.
Ας επανέλθουμε όμως σε αυτό που είναι και το αντικείμενο της σημερινής
μου ομιλίας, στη σχέση του πανηγυρικού λόγου που εκφωνείται κάθε φορά
επ’ ευκαιρία της επετείου της 28ης με την πολιτική συγκυρία, στην
ιστορικότητα δηλαδή των ομιλιών.
Εφέτος, το 2024, η Ελλάδα γιορτάζει τα 50 χρόνια από την μεταπολίτευση
το 1974, την πτώση της δικτατορίας, τη μετάβαση από το καθεστώς της
συνταγματικής μοναρχίας στην δημοκρατία, την απαρχή της διαδικασίας
της φιλελευθεροποίησης και του εκδημοκρατισμού της πολιτικής μας
ζωής.
Το 1974 βρίσκει στο Παρίσι ένα μεγάλο αριθμό εξόριστων Ελλήνων διανοούμενων
και πολιτικών. Αναμεσά τους ο ιστορικός Νίκος Σβορώνος, και ο πρόεδρος
της Ελληνικής Κοινότητας Αριστείδης Ζίζικας, συνεπιβάτες το Ματαρόα.
Με την μεταπολίτευση, ό Αριστείδης Ζίζικας θα παραμείνει στο Παρίσι
ενώ ο Νίκος Σβορώνος θα εγκατασταθεί οριστικά στην Ελλάδα. Κατά τη
δεκαετία που ακολούθησε την οριστική εγκατάστασή του, ο Σβορώνος
θα γίνει γνωστός στο ευρύ ελληνικό κοινό μέσω μιας συχνής παρουσίας
στη δημόσια σφαίρα, γνωμοδοτώντας πάνω σε ζητήματα που αφορούσαν
τις ιδεολογικές αναζητήσεις της ελληνικής κοινωνίας της εποχής
και κυρίως στην επανεξέταση της εποχής της νεοελληνικής ιστορίας που
αρχίζει το 1940 με τον πόλεμο της Αλβανίας, περνά μέσα από την αντίσταση
στη διάρκεια της κατοχής, συνεχίζεται με τον εμφύλιο πόλεμο και
καταλήγει στην περίοδο 1949 - 1974, στη διάρκεια της οποίας, οι πληγές
του εμφυλίου πολέμου συνεχίζουν να αιμορραγούν. Κύριο χαρακτηριστικό
της δράσης του η μετάγγιση του βιώματος του αντιστασιακού στο χώρο των
ιστορικών σπουδών και της ιδιότητας του ως ιστορικού στη δημόσια σφαίρα.
Κεντρικό ρόλο στα γραπτά του τα σχετικά με το θέμα, κατέχει η ομιλία
του στις 27 Οκτωβρίου 1979 στην συγκέντρωση της Ελληνικής Κοινότητας
Παρισιού και περιχώρων στο Hotel Lutetia : Η παρουσία του Σβορώνου
δεν είναι τυχαία ούτε αποτέλεσμα μιας παλιάς φιλίας με τον πρόεδρο.
Εκείνη τη στιγμή η Ελληνική Κοινότητα προσφέρει στον μεγάλο ιστορικό
το βήμα για να εκφράσει μπροστά στο παροικιακό κοινό αυτό που αποτελεί
κεντρικό άξονα της δράσης του αλλά κυρώς εκείνο πού αποτελεί το βασικό
αίτημα της πολιτικής των πρώτων χρόνων της μεταπολίτευσης.
Ο λόγος που θα εκφωνήσει στην Ελληνική Κοινότητα αποτελεί κατά τη
γνώμη μου τομή όσον αφορά τόσο το περιεχόμενο όσο και την μορφή των
πανηγυρικών .
Η 28η Οκτωβρίου
Ομιλία στη Συγκέντρωση της Ελληνικής Κοινότητας Παρισίων και περιχώρων,
στις 27 Οκτωβρίου 1979, στο Hotel Lutetia, 47 bd. Raspail, Paris
« Σεβασμιώτατε Μητροπολίτη, Εξοχώτατε κ. Γενικέ Πρόξενε. Κυρίες και
Κύριοι
Είναι δύσκολο, πολύ δύσκολο για έναν ιστορικό να συνθέσει και να απαγγείλει
πανηγυρικούς λόγους. Η φυσική του κίνηση είναι η ανάλυση, πολιτική
και κοινωνική ενός σημαντικού γεγονότος και των άμεσων ή έμμεσων συνεπειών
του. Κινδυνεύει έτσι να μεταβάλει μια εθνική συγκέντρωση που αποσκοπεί
στη διαιώνιση της ιστορικής μνήμης μιας μεγάλης και πολυσήμαντης στιγμής
για τον ελληνισμό σε συνάντηση επιστημονικού συνεδρίου. Θα προσπαθήσω
στη σύντομη αυτή ομιλία που η Ελληνική Κοινότητα του Παρισιού μου
έκανε την τιμή να μου ζητήσει, να μην σας κουράσω με λεπτομερειακές
αναλύσεις.
Δεν θα ήθελα όμως, γιατί δεν τα καταφέρνω, ούτε και το θεωρώ χρήσιμο,
να χρησιμοποιήσω εδώ τα γνωστά σχήματα του ρητορικού λόγου για να
θυμίσω στους παλαιότερους ή να περιγράψω στους νεότερους την επική
ατμόσφαιρα του Αλβανικού πολέμου, αλλά ούτε επίσης τα γνωστά νοητικά
εργαλεία της κοινωνιολογικής και πολιτικής ανάλυσης για να περιγράψω,
με τη πρόθεση να εξηγήσω, τα τραγικά για την Ελλάδα γεγονότα που απορρέουν
από την τελευταία παγκόσμια σύρραξη και να κατανείμω τις ευθύνες.
Η προσπάθεια μου είναι να σταθώ μόνο στα σημεία εκείνα που σημειώνουν
κατά τη γνώμη μου το ουσιαστικό νόημα μιας περιόδου της ιστορίας του
ελληνισμού τα τελευταία χρόνια και καθορίζουν τη σημερινή του μοίρα
και τις σημερινές του προοπτικές.
Ύστερα από τη μεγάλη Ελληνική Επανάσταση του 1821, σε καμμιά άλλη στιγμή
της νεότερης ιστορίας, η παρουσία του ελληνικού λαού στην ευρωπαϊκή
πράξη δεν βεβαιώνεται με τέτοια ενάργεια και δύναμη όσο στον τελευταίο
πόλεμο. Σε μια στιγμή όπου μεγάλες χώρες της Ευρώπης γονάτιζαν, η μία
ύστερα από την άλλη, κάτω από τα ραγδαία πλήγματα των χιτλερικών
ορδών, η αντίδραση των Ελλήνων εναντίον των φασιστικών δυνάμεων
υψώθηκε από τους τελευταίους κριτές του πολέμου στη σημασία ενός συμβόλου.
Σε μια στιγμή μάλιστα που ο κοινός κίνδυνος και η κοινή μοίρα μπροστά
στον θάνατο, έδιναν στους λόγους των ανθρώπων βαθύτερη ειλικρίνεια.
Η συμβολή στη συμμαχική υπόθεση της ελληνικής αντίστασης κατά της
ιταλογερμανικής εισβολής αναγνωρίζεται γενικά. Ο Τσώρτσιλ στα απομνημονεύματα
του ορίζει τη σπουδαιότητα της έτσι: Οι ελληνικές επιτυχίες στην
Αλβανία συνιστούν την πρώτη νίκη των συμμάχων τη στιγμή που ο φασιστικός
άξονας φαινόταν πανίσχυρος. Ενθαρρύνουν έτσι τους άλλους διστακτικούς
λαούς, Καταρρίπτουν το γόητρο του Μουσολίνι και επηρεάζουν τη στάση
του αμερικανικού λαού. Είναι χωρίς αμφιβολία ότι το έγκλημα που διέπραξαν
ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ χτυπώντας την Ελλάδα άγγιξαν βαθιά τον αμερικανικό
λαό και προπάντων τον μεγάλο άντρα που είχε επικεφαλής. Η αντίσταση
στην Κρήτη προκάλεσε την καταστροφή εκλεκτών γερμανικών δυνάμεων που
θα μπορούσαν να παίξουν κεφαλαιώδη ρόλο στα μεταγενέστερα γεγονότα της
Μέσης Ανατολής. Τέλος, χάρη στην αντίσταση των Γιουγκοσλάβων και των
Ελλήνων, ο Χίτλερ αναγκάστηκε να αναβάλει για ζωτικό χρονικό διάστημα
την επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης.
Για τους ίδιους τους Έλληνες η πράξη αυτή τους δείχνει πιο απλά και
συγκεκριμένα τον πραγματικό χαρακτήρα του ελληνικού λαού, την πιο βαθιά
του αρετή, όπως τουλάχιστον εμφανίζεται στις κρίσιμες στιγμές της
ιστορίας του, που είναι η αξιοπρέπεια .
Η 28η Οκτωβρίου αποτελεί τομή χαρακτηριστική που σημαίνει το τέλος μιας
περιόδου και την απαρχή μιας καινούργιας περιόδου…..Μιας περιόδου που
αρχίζει με μια έστω και φαινομενική αντίφαση: Μια χώρα με φιλοφασιστικό
καθεστώς παίρνει μέρος στο πλευρό των αντιφασιστικών δυνάμεων, στον
αγώνα τους εναντίον του φασισμού».
Στην αντίφαση αυτή θα επανέλθει και σε άλλα γραπτά του :
« Η βασική αντίφαση που διέπει τον πόλεμο της Αλβανίας : Η είσοδος της
Ελλάδας στον πόλεμο μπορεί να φανεί παράδοξο γεγονός. Μια φιλοφασιστική
Κυβέρνηση, η Ελλάδα τελούσε υπό δικτατορικό καθεστώς από τον
Αύγουστο του 1936, απορρίπτει το τελεσίγραφο της 28ης Οκτωβρίου
1940, με το οποίο η Ιταλία ζητούσε ελεύθερη διάβαση για τα στρατεύματα
της και η Ελλάδα τάσσεται στο πλευρό της Μεγάλης Βρετανίας, τη στιγμή
που ο Χίτλερ κατέχει το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης. Αλλά αν μια τέτοια
ενέργεια για την ελληνική κυβέρνηση εξηγείται από την πολιτική συγκυρία
στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου η Μεγάλη Βρετανία ήταν ακόμη ισχυρή,
για τον ελληνικό λαό όμως η αντίσταση κατά της επίθεσης της φασιστικής
Ιταλίας πήρε ένα χαρακτήρα εθνικό και αντιφασιστικό συγχρόνως, δίνοντας
την ευκαιρία στον Ελληνικό στρατό όχι μόνο να αντιμετωπίσει την επίθεση
αλλά και να περάσει σύντομα στην αντεπίθεση. »
Εδώ μπορούμε να πούμε ότι βρισκόμαστε στο πυρήνα της σκέψης του Σβορώνου,
αλλά και στον πυρήνα του μεταπολιτευτικού πνεύματος. Επιμένει και προσπαθεί
να μην ταυτιστεί η 28η Οκτωβρίου με το φιλοφασιστικό καθεστώς της 4ης
Αυγούστου, για να μην υποβαθμιστεί η σημασία του Αλβανικού έπους.
Παράλληλα ας σταθούμε στην επιμονή του για τη σημασία της 28η ς
Οκτωβρίου ως τομής στην νεοελληνική ιστορία και του ρόλου της ως πρώτη
πράξη της εθνικής αντίστασης. Ας δούμε δηλαδή πώς προχωρά στη σύνδεση
του Αλβανικού έπους με την αντίσταση κατά των κατακτητών στη διάρκεια
της Κατοχής .« H 28η Οκτωβρίου απαρχή μιας καινούργιας περιόδου. Το
πραγματικό νόημα της περιόδου που αρχίζει με τον Οκτώβρη του 40 και
συνεχίζεται στα κατοχικά και μετά κατοχικά χρόνια είναι ενιαίο για την
τεράστια πλειοψηφία του ελληνικού λαού ενιαίο και έχει διπλό
χαρακτήρα, εθνικό μαζί και κοινωνικό πολιτικό : απόκρουση της εξωτερικής
απειλής εναντίον της εθνικής ακεραιότητας και μαζί αντίσταση εναντίον
κάθε φασιστικής απειλής και η εξασφάλιση για την Ελλάδα μιας ανεξάρτητης
από οποιοδήποτε εξωτερική επέμβαση δημοκρατικής πολιτικής και
κοινωνικής ζωής ».
Με φανερές τις συνδηλώσεις με την ιστορική συγκυρία της μεταπολίτευσης,
ο Σβορώνος συνεχίζει την ομιλία του τονίζοντας τις νέες προκλήσεις
που συνιστούσαν οι τουρκικές απειλές και το πρόβλημα της Κύπρου
για την ώριμη πλέον ελληνική πολιτική σκηνή. « Το πρόβλημα της
Κύπρου αποτελεί μία από τις κυριότερες εκφράσεις του εθνικού
ζητήματος. Οι τουρκικές απειλές αντιπερισπασμοί των τουρκικών
κυβερνήσεων, που είναι ανίκανες να λύσουν τα εσωτερικά τους προβλήματα,
μας φέρνουν πίσω στον 19ο και στις αρχές του 20 αιώνα. Το πρόβλημα της
Κύπρου και η αντιμετώπιση των τουρκικών απειλών γίνονται σήμερα σημεία
επαφής ολόκληρου του ελληνισμού, υπεράνω πολιτικών ή κοινωνικών αντιθέσεων
και δείχνουν την ωριμότητα και την ψυχραιμία ενός λαού στην αντιμετώπιση
των εθνικών του ζητημάτων ».
Και καταλήγει:
« Κάθε νεοελληνικό ξεκίνημα συνδέεται με την ανασκόπηση της ιστορίας
μας και την ενδοσκόπηση μας. Τέτοια ήταν η ώρα του 21 τέτοια η ώρα του
1900-1920 τέτοια είναι η σημερινή μας ιστορική στιγμή. Ο τελευταίος
πόλεμος ανάγκασε τους Έλληνες για πρώτη φορά στην ιστορία τους να αναμετρηθούν
με ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο, είτε σαν σύμμαχοι είτε σαν αντίπαλοι.
Στο αναμέτρημα αυτό οι αρετές του λαού μας τονίστηκαν πιο καθαρά. Η
αντίσταση του εναντίον κατακτητών με πολιτισμό ανώτερο από τον δικό
τους, τους έδωσε για πρώτη φορά στην νεοελληνική ιστορία μια τέτοια
αυτοπεποίθηση.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία που ελλειπέστατα και ελλειπτικά και με πολλά
κενά διατυπώθηκαν, συγκλίνουν σ ένα κοινό αποτέλεσμα, δημιουργούν
ένα καινούργιο πνευματικό και πολιτικό κλίμα στην Ελλάδα : τα κύρια
χαρακτηριστικά του είναι η ανάπτυξη ενός πνεύματος ανεξαρτησίας και
ενός γνήσιου πατριωτισμού ».
Αυτά έλεγε ο Σβορώνος το 1979 στη συγκέντρωση της Ελληνικής
Κοινότητας. εκφράζοντας με συγκίνηση τον σεβασμό του στις θυσίες των
αγωνιστών του Αλβανικού μετώπου, αλλά και την αγωνία του για την επούλωση
των πληγών του εμφυλίου πολέμου και την ενότητα του Ελληνικού έθνους.
Θα ήθελα να κλείσω με μια προσωπική απορία, που υπήρξε και η αφετηρία
για την ομιλία αυτή. Πώς θα έπρεπε να γραφτεί ένας πανηγυρικός σήμερα;
Σήμερα που τις περισσότερες φορές οι ομιλίες καταντούν νεκρά λόγια
και εκτελούνται μέσα στην γενική αδιαφορία. Σήμερα που διανύουμε μια
εποχή που τα γεγονότα που σημάδεψαν την ελληνική ιστορία εκείνη τη
στιγμή επανεξετάζονται υπό το φως μιας νέας γεωπολιτικής κατάστασης,
αλλά κυρίως μια εποχή στην οποία πληθαίνουν οι αναθεωρητικές τάσεις
στην ιστορία. Μια εποχή στην οποία οι ιδεολογίες που έρχονται στην
επιφάνεια συγκλίνουν με εκείνα τα μορφώματα που είχαν κυριαρχήσει πριν
τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, και που συνεχίζουν μέχρι σήμερα να διαβρώνουν
υπόγεια το νόημα της αντίστασης κατά του ναζισμού, μειώνοντας το
νόημα των θυσιών που έκαναν οι δημοκρατικές χώρες για να πολεμήσουν
την επέκταση της ναζιστικής Γερμανίας και των δυνάμεων του άξονα.
Αντί άλλου συμπεράσματος, ας αναλογιστούμε το ερώτημα που μας θέτει
ένας ακόμη μεγάλος Έλληνας, ο ποιητής μας Γιώργο Σεφέρης.
Είμαστε ένας λαός με παλικαρίσια ψυχή, που κράτησε τα βαθιά
κοιτάσματα της μνήμης του σε καιρούς ακμής και σε αιώνες διωγμών και
άδειων λόγων. Τώρα που ο τριγυρινός μας κόσμος μοιάζει να θέλει να
μας κάνει τρόφιμους ενός οικουμενικού πανδοχείου, θα την απαρνηθούμε
άραγε αυτή τη μνήμη; Θα το παραδεχτούμε τάχα να γίνουμε απόκληροι;
|
|